impractical

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ɪmˈpræktɪkəl/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ɪmˈpræktɪkəl/ ,USA pronunciation: respelling(im prakti kəl)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
impractical adj (person: not capable)άχρηστος, άσχετος, ανίκανος επίθ
 I'd love to help you decorate but I'm horribly impractical.
 Θα ήθελα να σε βοηθήσω στη διακόσμηση, αλλά είμαι παντελώς άχρηστος.
impractical adj (idea: not workable)ανεφάρμοστος επίθ
  μη πρακτικός, μη εφαρμόσιμος περίφρ
 The design looks great but it's impractical, given our budget.
 Το σχέδιο είναι εξαιρετικό, αλλά είναι ανεφάρμοστο, δεδομένου του προϋπολογισμού μας.
impractical adj (object: not useful)άχρηστος επίθ
 Why do you keep all these impractical old tools around?
 Γιατί κρατάς όλα αυτά τα άχρηστα παλιά εργαλεία;
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'impractical' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση impractical στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «impractical».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!