• WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
egoist,
egotist
n
(selfish person)εγωιστής, εγωίστρια ουσ αρσ, ουσ θηλ
 Owen is an egoist who doesn't believe in donating to charity.
egoist,
egotist
n
(egotistical person)εγωιστής, εγωίστρια ουσ αρσ, ουσ θηλ
  εγωπαθής ουσ αρσ/θηλ
  εγωκεντρικός επίθ ως ουσ
 Jean is such an egoist, he has framed photos of himself on his desk!
egoist n (philosophy: believer in ego)εγωτιστής, εγωτίστρια ουσ αρσ, ουσ θηλ
 The philosopher Thomas Hobbes was an egoist who wrote extensively on the subject.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση egoist στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «egoist».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!