dork

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈdɔːrk/US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(dôrk)

  • WordReference
  • Definition
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
dork n pejorative, informal, US (stupid person) (αργκό προσβλητικό)σπασίκλας, φύτουκλας ουσ αρσ
  φυτό, ζωντόβολο ουσ ουδ
 I can't believe she went out with that dork!
 Δεν το πιστεύω ότι βγήκε μ' αυτόν τον σπασίκλα!
dork n pejorative, informal, US (penis) (αργκό, χυδαίο)πούτσος ουσ αρσ
  (αργκό, χυδαίο)πούτσα ουσ θηλ
  (αργκό, χυδαίο)καυλί ουσ ουδ
  (αργκό, χυδαίο)ψωλή ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Συμφράσεις: informal, derogatory: is a total dork, informal, derogatory: is always such a dork, informal, derogatory: don't be such a dork!, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση dork στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «dork».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!