decider

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/dɪˈsaɪdər/

  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
decider n (sport: crucial competition) (αθλητικά)αποφασιστικός, επαναληπτικός αγώνας ουσ αρσ
 The young Spanish player has earned himself a place in the decider.
decider n (person: takes decision)αυτός που παίρνει τις αποφάσεις περίφρ
  (επίσημο, σπάνιο)αποφασίζων μτχ ενεστ
 Who is the decider about the proposed amendment?
decider n (factor: prompts decision)καθοριστικός παράγοντας, αποφασιστικός παράγοντας επίθ + ουσ αρσ
 Local schools were not a decider for us in living here.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση decider στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «decider».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!