coop

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈkuːp/US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(ko̅o̅p, kŏŏp)

  • WordReference
  • Definition
Σε αυτή τη σελίδα: coop, co-op

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
coop n (poultry enclosure)κοτέτσι ουσ ουδ
 The farmer is going to build a new coop this spring.
coop [sth] vtr (poultry: keep in an enclosure)κλείνω στο κοτέτσι ρ μ
  (καθομιλουμένη)μαζεύω ρ μ
 We coop our chickens at night and let them roam freely during the day.
 Περιορίζουμε τα κοτόπουλά μας τη νύχτα και τα αφήνουμε να περιπλανιούνται ελεύθερα κατά τη διάρκεια της νύχτας.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
co-op n abbreviation (business: cooperative)συνεταιρισμός ουσ αρσ
 The workers formed a co-op and ran the store themselves.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
coop | co-op
ΑγγλικάΕλληνικά
coop [sb] up vtr phrasal sep figurative (confine)κλείνω ρ μ
  (καθομιλουμένη)κλειδαμπαρώνω ρ μ
  κρατάω κπ μέσα ρ μ + επίρ
 Mary's parents coop her up in the house too much.
 Οι γονείς της Μαίρης την κλείνουν υπερβολικά πολύ στο σπίτι.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
coop | co-op
ΑγγλικάΕλληνικά
chicken coop n (place for chickens)κοτέτσι ουσ ουδ
chicken coop n (fox hunting device)παγίδα για αλεπούδες περίφρ
fly the coop v expr figurative (escape)το σκάω έκφρ
  δραπετεύω ρ αμ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'coop' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση coop στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «coop».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!