• WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
concretion n (solidification)σύγκριμα ουσ ουδ
  (διαδικασία)στερεοποίηση ουσ θηλ
concretion n (coalescence into a mass) (διαδικασία)ένωση, συνένωση ουσ ουδ
concretion n (calculus, stonelike mass)σύμπηξη ουσ θηλ
  λίθος ουσ αρσ
  σύγκριμα ουσ ουδ
concretion n ([sth] made tangible or specific)συγκεκριμενοποιημένος μτχ πρκ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση concretion στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «concretion».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!