cog

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈkɒg/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/kɑg, kɔg/ ,USA pronunciation: respelling(kog, kôg)

Inflections of 'cog' (v): (⇒ conjugate)
cogs
v 3rd person singular
cogging
v pres p
cogged
v past
cogged
v past p
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
cog,
cogwheel
n
(cogwheel)γρανάζι ουσ ουδ
 A broken cog caused the mechanism to stop turning.
 Ένα σπασμένο γρανάζι προκάλεσε το μηχανισμό να σταματήσει να γυρίζει.
cog n figurative (minor employee) (μεταφορικά)τελευταίος τροχός της αμάξης έκφρ
 I'm just a cog in a huge corporation.
 Είμαι ο τελευταίος τροχός της αμάξης στην τεράστια εταιρία.
cog n historical (sailing ship)είδος ιστιοφόρου πλοίου
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος.
 The use of cogs was widespread in the 1100s.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
cog in the wheel,
cog in the machine
n
figurative (small part of a large system) (μεταφορικά)τελευταίος τροχός της αμάξης έκφρ
  πέμπτος τροχός της αμάξης έκφρ
Σχόλιο: Η έκφραση «πέμπτος τροχός της αμάξης» χρησιμοποιείται σπανιότερα.
 He's just a cog in the wheel, not a leader.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση cog στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «cog».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!