• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
Σε αυτή τη σελίδα: clearcutting, clear-cut

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
clearcutting,
clearfelling
n
(tree-felling)αποψίλωση ουσ θηλ
  κοπή δέντρων περίφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
clear-cut adj figurative (unambiguous, well defined) (κυριολεκτικά)σαφής, ξεκάθαρος επίθ
 It's a clear-cut case of fraud.
clear-cut [sth] vtr (forestry: cut all trees in an area) (κυριολεκτικά)αποψιλώνω ρ μ
 Clear-cutting on steep slopes can cause erosion.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση clearcutting στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «clearcutting».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!