chaser

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈtʃeɪsər/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈtʃeɪsɚ/ ,USA pronunciation: respelling(chāsər)

  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
chaser n (drink to follow alcohol)συνοδευτικό ποτό το οποίο πίνεται μετά την κατανάλωση αλκοόλ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντιστοιχία.
 Bob had a cranberry chaser after doing a shot of vodka.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
chaser n (person who pursues [sb] or [sth](μεταφορικά)κυνηγός ουσ αρσ/θηλ
  που κυνηγάει, που ακολουθεί, που καταδιώκει περίφρ
 Lydia surreptitiously looked over her shoulder to see if her chaser was still behind her.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'chaser' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση chaser στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «chaser».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!