ceasefire

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈsiːsfaɪər/

  • WordReference
  • Definition
Σε αυτή τη σελίδα: ceasefire, cease fire

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
ceasefire,
cease-fire
n
(truce, end to hostilities)κατάπαυση πυρός φρ ως ουσ θηλ
  ανακωχή, εκεχειρία ουσ θηλ
 The armies decided to have a ceasefire at Christmas.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
cease fire vtr + n (war: stop fighting)κατάπαυση του πυρός φρ ως ουσ θηλ
Σχόλιο: A hyphen or single-word form is used when the term is a noun
 The two sides agreed to cease fire.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'ceasefire' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση ceasefire στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «ceasefire».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!