benevolence

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/bɪˈnɛvələns/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/bəˈnɛvələns/ ,USA pronunciation: respelling(bə nevə ləns)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
benevolence n uncountable (spirit of generosity, goodwill)καλοσύνη, αγαθοσύνη, αγαθότητα ουσ θηλ
 Buddhism encourages benevolence and strict morality.
 Ο Βουδισμός ενθαρρύνει την αγαθοσύνη (or: αγαθότητα) και την αυστηρή ηθικότητα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση benevolence στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «benevolence».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!