avert

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/əˈvɜːrt/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/əˈvɝt/ ,USA pronunciation: respelling(ə vûrt)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
avert [sth] vtr (avoid: sthg bad)αποτρέπω ρ μ
 How can we avert delays in the production process?
 Πώς μπορούμε να αποτρέψουμε καθυστερήσεις στη διαδικασία παραγωγής;
avert [sth] vtr (eyes, gaze: turn away)αποστρέφω ρ μ
  απομακρύνω ρ μ
 I averted my eyes when I saw she was naked.
 Απέστρεψα το βλέμμα μου όταν είδα ότι ήταν γυμνή.
 Απομάκρυνα το βλέμμα μου όταν είδα ότι ήταν γυμνή.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'avert' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: to avert disaster, [measures, plans] to avert disaster, failed to avert the disaster, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση avert στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «avert».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!