• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
author n (writer) (επάγγελμα)συγγραφέας ουσ αρσ/θηλ
 When I grow up, I want to be an author.
 Όταν μεγαλώσω, θέλω να γίνω συγγραφέας.
the author,
the author of [sth]
n
(person who wrote [sth])συγγραφέας ουσ αρσ/θηλ
 The author of the book was famous, but nobody recognized him.
 Ο συγγραφέας του βιβλίου ήταν γνωστός, αλλά κανείς δεν τον αναγνώρισε.
author [sth] vtr (write)γράφω ρ μ
  (επίσημο)συγγράφω ρ μ
 She authored two of the magazine articles.
 Έγραψε δύο από τα άρθρα του περιοδικού.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
author,
author of [sth]
n
figurative, rare (creator) (με γενική)δημιουργός ουσ αρσ
  αιτία ουσ θηλ
 He is the author of all his problems.
author [sth] vtr figurative, rare (originate)δημιουργώ, προκαλώ ρ μ
 He has authored all his own problems.
 Όλα του τα προβλήματα τα δημιούργησε (or: προκάλεσε) ο ίδιος.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
coauthor,
also UK: co-author
n
(joint writer)συν-συγγραφέας, συσσυγραφέας ουσ αρσ/θηλ
  συνεργάτης συγγραφέα φρ ως ουσ αρσ/θηλ
  (άρθρο)συν-συντάκτης ουσ αρσ/θηλ
  (πιο απλά)ένας από τους συντάκτες, ένας από τους συγγραφείς έκφρ
 Tim's coauthor is one of his university colleagues.
coauthor [sth],
also UK: co-author [sth]
vtr
(write jointly)γράφω κτ μαζί, γράφω κτ από κοινού έκφρ
  (πιο γενικά, πχ μελέτη, έρευνα)συνεργάζομαι σε κτ έκφρ
 The two professors co-authored a paper on global warming.
coauthor [sth] with [sb],
also UK: co-author [sth] with [sb]
vtr
(write jointly)γράφω κτ μαζί με κπ, γράφω κτ από κοινού με κπ έκφρ
  (πιο γενικά, πχ μελέτη, έρευνα)συνεργάζομαι με κπ σε κτ έκφρ
 Caroline coauthored the book with her husband.
senior author n (main contributor to an academic paper) (ακαδημαϊκή δημοσίευση)επικεφαλής συγγραφέας φρ ως ουσ αρσ/θηλ
  επικεφαλής συντάκτης, επικεφαλής συντάκτρια φρ ως ουσ αρσ, φρ ως ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση authoring στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «authoring».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!