alder

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈɔːldər/

US:USA pronunciation: IPAUSA pronunciation: IPA/ˈɔldɚ/

US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling'alder': (ôldər); 'Alder': (äl′dər; Ger. älr)


  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
alder n (wetland tree) (είδος δέντρου)κλήθρα, σκλήθρα ουσ θηλ
  σκλήθρο ουσ ουδ
 Alders grow all along the banks of the stream.
alder n (wood of alder tree) (είδος ξύλου)κλήθρα, σκλήθρα ουσ θηλ
  σκλήθρο ουσ ουδ
 We bought a beautiful salad bowl made of alder.
 Αγοράσαμε ένα ωραίο μπολ για σαλάτα φτιαγμένο από σκλήθρα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'alder' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση alder στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «alder».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!