abound

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/əˈbaʊnd/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/əˈbaʊnd/ ,USA pronunciation: respelling(ə bound)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
abound vi (be abundant)αφθονώ ρ αμ
  είμαι άφθονος, είμαι σε αφθονία, υπάρχω σε αφθονία ρ έκφρ
 Shangri-La is a mythical place where happiness and peace abound.
abound vi (be numerous)αφθονώ ρ αμ
  είμαι άφθονος, είμαι σε αφθονία, υπάρχω σε αφθονία ρ έκφρ
 Wineries abound in the river valley.
abound with [sth] vi + prep (be filled with [sth])είμαι γεμάτος από κτ, είμαι γεμάτος με κτ, είμαι γεμάτος κτ ρ έκφρ
  (λόγιος)βρίθω από κτ ρ αμ + πρόθ
 The hotel cellars were abounding with vermin.
abound in [sth] vi + prep (have a plentiful amount of [sth])είμαι γεμάτος από κτ, είμαι γεμάτος με κτ, είμαι γεμάτος κτ ρ έκφρ
  (μεταφορικά)είμαι πλούσιος σε κτ ρ έκφρ
  (λόγιος)βρίθω από κτ ρ αμ + πρόθ
 The fields in this area abound in wildflowers.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση abound στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «abound».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!