• WordReference
  • Definition
Σε αυτή τη σελίδα: Webfoot, webfoot

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
Webfoot,
plural: Webfoots
n
(nickname: resident of Oregon)προσωνύμιο για τους κατοίκους του Όρεγκον
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
webfoot,
webbed foot,
plural: webfeet,
webbed feet
n
(bird, frog: toes joined) (ζωολογία)νηκτικό πόδι φρ ως ουσ ουδ
  πόδι με νηκτική μεμβράνη περίφρ
webfoot,
webbed foot,
plural: webfeet,
webbed feet
n
(person: conjoined toes) (κατά λέξη)πόδι με νηκτική μεμβράνη περίφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση Webfoot στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «Webfoot».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!