Σε αυτή τη σελίδα: underexposed, underexpose

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
underexposed adj (photograph: taken or developed without enough light) (λίγο φως)φωτογραφία με χαμηλή έκθεση περίφρ
underexposed to [sth] adj figurative (person: having little experience)άπειρος από κτ περίφρ
  που δεν έχει εμπειρία από κτ περίφρ
  (ελαφρώς αποδοκιμαστικό)αδαής επίθ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
underexpose [sth] vtr (photo: use too little light) (φωτογραφία)υποεκθέτω ρ μ
 This picture is very dark because the photographer underexposed the shot.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση underexposed στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «underexposed».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!