unaware

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˌʌnəˈwɛər/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˌʌnəˈwɛr/ ,USA pronunciation: respelling(un′ə wâr)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
unaware adj (not knowing)που δεν ξέρει, που δε γνωρίζει, που αγνοεί περίφρ
  (δεν έχει ενημερωθεί)ανενημέρωτος επίθ
  (δεν ξέρει κτ σημαντικό)που έχει άγνοια, που ζει μέσα στην άγνοια έκφρ
  (καθομιλουμένη)που δεν έχει ιδέα έκφρ
 I thought Nathan knew his daughter was going out drinking, but apparently he was unaware.
 Νόμιζα ότι ο Νέιθαν ήξερε ότι η κόρη του έβγαινε έξω και έπινε, αλλά προφανώς δεν είχε ιδέα.
unaware,
unaware that
adj
(with clause: not knowing) (ότι/πως)που δεν ξέρει, που δε γνωρίζει, που αγνοεί περίφρ
  που έχει άγνοια περίφρ
  (καθομιλουμένη)που δεν έχει ιδέα έκφρ
 Tamsin walked out of the house, unaware that she would never see it again.
unaware of [sth] adj + prep (not knowing [sth])που δεν ξέρει κτ, που δε γνωρίζει κτ, που αγνοεί κτ περίφρ
  (δεν έχει ενημερωθεί)ανενημέρωτος για κτ επίθ + πρόθ
 I was unaware of any connection between those two people.
 Δεν ήξερα οποιαδήποτε σχέση ανάμεσα σε αυτά τα δύο άτομα.
unawares adv (unexpectedly, without warning)εν αγνοία μου φρ ως επίρ
  χωρίς να το γνωρίζω, χωρίς να το ξέρω περίφρ
 There was a whole chilli hidden amongst the spinach and Dave bit into it unawares.
 Μια ολόκληρη πιπεριά τσίλι ήταν κρυμμένη στο σπανάκι και ο Ντέιβ τη δάγκωσε εν αγνοία του.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
catch [sb] unawares,
take [sb] unawares
v expr
(catch off-guard) (μεταφορικά)πιάνω κπ στον ύπνο έκφρ
  πιάνω κπ απροετοίμαστο περίφρ
 The question caught the minister unawares; she didn't have an answer prepared.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'unaware' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: unaware of the [danger, threat, risk], unaware of their [presence, feelings, existence, problem], was unaware that you were [sick, on vacation, not coming], περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση unaware στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «unaware».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!