stony

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈstəʊni/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈstoʊni/ ,USA pronunciation: respelling(stōnē)

Inflections of 'stony' (adj):
stonier
adj comparative
stoniest
adj superlative
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
stony adj (covered in stones)πέτρινος επίθ
  (έδαφος, περιοχή)πετρώδης επίθ
 The stony front of the church was intimidating.
stony adj figurative (face, stare: unemotional) (μεταφορικά, λόγιος)πέτρινος επίθ
  (μεταφορικά)σκληρός, ψυχρός επίθ
  (μεταφορικά)παγωμένος μτχ πρκ
 Timothy gave the noisy children a stony glance.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
stone broke,
stony broke,
stone-broke,
stony-broke
adj
informal (penniless, poor)άφραγκος, αδέκαρος επίθ
  (μεταφορικά, αργκό)ξερός επίθ
  (μεταφορικά, αργκό)πανί με πανί έκφρ
  (μεταφορικά, αργκό)ταπί επίρ ως επίθ
stony-faced,
stone-faced
adj
(serious, expressionless)ανέκφραστος επίθ
  σοβαρός επίθ
  αγέλαστος επίθ
  (μεταφορικά)ψυχρός επίθ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'stony' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση stony στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «stony».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!