self-perpetuating

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˌselfpəˈpetjʊeɪtɪŋ/

US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(selfpər pecho̅o̅ ā′ting, self′-)


WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
self-perpetuating adj (makes itself never-ending)που διαιωνίζεται από μόνος του περίφρ
  που αυτοαναπαράγεται περίφρ
  που αυτοδιατηρείται περίφρ
  αυτοσυντηρούμενος μτχ πρκ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση self-perpetuating στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «self-perpetuating».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!