patsy

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈpætsi/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈpætsi/ ,USA pronunciation: respelling(pat′sē)

Inflections of 'patsy' (n): npl: patsies
  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
patsy n slang (person blamed for another's crime)που κατηγορείται για έγκλημα που έχει κάνει άλλος περίφρ
  (λόγιος)αποδιοπομπαίος τράγος επίθ + ουσ αρσ
 George didn't commit the crime; he was just a patsy.
patsy n slang (gullible person) (καθομ, αποδοκιμασίας)κορόιδο ουσ ουδ
  (καθομ, αποδοκιμασιας)αγαθιάρης επίθ
  (αποδοκιμασίας)μωρόπιστος επίθ
Σχόλιο: ο αγαθιάρης, η αγαθιάρα, το αγαθιάρικο
 How could you believe that story? You're such a patsy.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση patsy στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «patsy».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!