• WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
overstock [sth] vtr (keep excessive stores of)υπερεφοδιάζομαι με περίφρ
overstock [sth] vtr (fill with excessive supplies)υπερπληρώ ρ μ
  (ανεπίσημο, καθομιλουμένη)παραγεμίζω, παραφορτώνω ρ μ
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Η εταιρία παραγέμισε με εμπόρευμα την αποθήκη και τώρα δυσκολεύται να το πουλήσει.
overstock n (excess stores of [sth])περίσσεια αποθέματος εμπορεύματος φρ ως ουσ θηλ
  περίσσεια αποθέματος φρ ως ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση overstock στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «overstock».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!