• WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
laminar adj (layered) (μηχανική ρευστών: ροή)στρωτός, γραμμικός, επίπεδος, παράλληλος, νηματικός, νηματώδης επίθ
  κατά στρώσεις φράση
  φυλλοειδής, στρωματοειδής, στρωματικός επίθ
  (ιατρική)πεταλιώδης επίθ
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Στη στρωτή ροή, τα στοιχεία του ρευστού κινούνται κατά μήκος ομαλών τροχιών.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Η διαδικασία εκτελείται σε θάλαμο ελασματικής ροής.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Τα ορυκτά των πετρωμάτων είναι δυνατόν να αναδιατάσσονται και να αποκτήσουν φυλλοειδή διάταξη.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Η πεταλιώδης διάταξη του οστίτη ιστού εξασφαλίζει την αντοχή του.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση laminar στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «laminar».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!