• WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
inconsistently adv (with variations)ασυνεπώς επίρ
  χωρίς συνέπεια φρ ως επίρ
 The narrative point of view in this novel shifts inconsistently.
inconsistently adv (illogically)αντιφατικά επίρ
  χωρίς συνέπεια περίφρ
  με ανακόλουθο τρόπο φρ ως επίρ
  όχι με ενιαίο τρόπο φρ ως επίρ
 The author argues inconsistently against the existence of the phenomenon he has just observed.
inconsistently adv (randomly)με άστατο τρόπο, με άτακτο τρόπο φρ ως επίρ
  ασυνεπώς επίρ
  με ανακόλουθο τρόπο φρ ως επίρ
  όχι με ενιαίο τρόπο φρ ως επίρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση inconsistently στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «inconsistently».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!