| Κύριες μεταφράσεις |
host, f: hostess n | ([sb]: receives guests) (σε σπίτι) | οικοδεσπότης, οικοδέσποινα ουσ αρσ, ουσ θηλ |
| | The host welcomed his guests. |
| | Ο οικοδεσπότης υποδέχτηκε τους καλεσμένους του. |
| | Η οικοδέσποινα υποδέχτηκε τους καλεσμένους της. |
| host n | (TV, radio, etc.: presenter) | παρουσιαστής, παρουσιάστρια ουσ αρσ, ουσ θηλ |
| | The host of the programme is a famous actor. |
| | Ο παρουσιαστής της εκπομπής είναι ένας διάσημος ηθοποιός. |
| host n | (carrier of parasite) (παράσιτου) | ξενιστής ουσ αρσ |
| | The parasite's host could be any bird. |
| | Ο ξενιστής του παρασίτου μπορεί να είναι οποιοδήποτε πτηνό. |
| host n | (transplant recipient) | δέκτης ουσ αρσ/θηλ |
| | The heart donor's family wanted to meet the host. |
| | Η οικογένεια του δωρητή της καρδιάς ήθελε να γνωρίσει τον δέκτη. |
| host n | (internet server) | εξυπηρετητής ουσ αρσ |
| | Accept the pop-up that asks if you want to connect to the host. |
| | Αποδέξου το αναδυόμενο παράθυρο που ρωτάει αν θέλεις να συνδεθείς στον εξυπηρετητή. |
| host [sb]⇒ vtr | (receive as a guest) | φιλοξενώ ρ μ |
| | My uncle hosted the prime minister in his hotel. |
| | Ο θείος μου φιλοξένησε τον πρωθυπουργό στο ξενοδοχείο του. |
| host [sth]⇒ vtr | (event: hold) | διοργανώνω ρ μ |
| | (μεταφορικά) | φιλοξενώ ρ μ |
| | Which country is hosting the next Olympic Games? |
| | Ποια χώρα διοργανώνει τους επόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες; |
| host [sth] vtr | (provide internet server) | παρέχω εξυπηρετητή περίφρ |
| | Which computer is hosting the connection? |
| | Ποιος υπολογιστής παρέχει τον εξυπηρετητή; |
| Επιπλέον μεταφράσεις |
| a host of [sth] n | (large quantity) | πλήθος ουσ ουδ |
| | | πληθώρα, σωρεία ουσ θηλ |
| | There was a host of nightingales, looking for food. |
| a host of [sth] n | (army, multitude) | στρατιά ουσ θηλ |
| | The soldiers trembled as they saw the great host of the enemy. |
| the host n | (eucharist bread) (καθολική εκκλησία) | όστια ουσ θηλ |
| | The priest served the host at the end of mass. |
| the host n | literary, dated (sun, moon, stars) (νύχτα) | άστρα, αστέρια ουσ ουδ πλ |
| | | φεγγάρι ουσ ουδ |
| | (μέρα) | ήλιος ουσ αρσ |
| Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία. |
| | See how beautiful is the host of the night sky! |
| host n | (virtual meeting organizer) | διοργανωτής, διοργανώτρια ουσ αρσ, ουδ θηλ |
| | (καθομιλουμένη) | host ουσ αρσ/θηλ άκλ |
| | Only the host can invite people to the call. |
| host [sth] vtr | (organize virtual meeting) | διοργανώνω ρ μ |
| | The university hosted an online seminar for prospective students worldwide. |