happily

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈhæpɪli/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈhæpəli/ ,USA pronunciation: respelling(hapə lē)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
happily adv (in a happy way)χαρούμενα επίρ
  ευτυχισμένα επίρ
  ευχαριστημένα, ικανοποιημένα επίρ
  με χαρά, με ευχαρίστηση φρ ως επίρ
 Little Tony smiled happily as he ate his ice cream.
 Ο μικρός Τόνυ χαμογελούσε ευτυχισμένα καθώς έτρωγε το παγωτό του.
happily adv (gladly, willingly)ευχαρίστως επίρ
  (επίσημο)μετά χαράς φρ ως επίρ
 I'll happily go to the shops for you on my way home.
 Μετά χαράς θα σου ψωνίσω επιστρέφοντας σπίτι.
happily adv (luckily)ευτυχώς επίρ
 Happily, Dan managed to get help when his car broke down in Nebraska.
 Ευτυχώς, ο Νταν κατάφερε να βρει βοήθεια όταν χάλασε το αυτοκίνητό του στη Νεμπράσκα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
happily ever after adv (fairytale ending)και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα έκφρ
 Cinderella married her Prince Charming and they both lived happily ever after.
 Η Σταχτοπούτα παντρεύτηκε τον πρίγκιπά της και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
happily ever after,
happy ever after
adv
(happy outcome)τέλος καλό όλα καλά έκφρ
  και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα έκφρ
 The lost cat was found in the attic and the family lived happily ever after.
happily married,
happily-married
adj
(faithful to your spouse)που έχει ευτυχισμένο γάμο περίφρ
  (αν έχει και παιδιά)ευτυχής οικογενειάρχης επίθ + ουσ αρσ
Σχόλιο: A hyphen is used when the adjective precedes the noun
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία.
 James and Dina are happily married.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'happily' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: he [said, smiled] happily, [giggled, laughed, grinned] happily [when, on, upon], was [humming, whistling, singing] happily to herself, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση happily στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «happily».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!