hairspray

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈhɛərspreɪ/

  • WordReference
  • Definition
Σε αυτή τη σελίδα: hairspray, hair spray

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
hairspray,
also UK: hair lacquer
n
(lacquer for styling hair)λακ ουσ θηλ άκλ
Σχόλιο: λακ: ξενικό, άκλιτο
 The stylist finished by spraying the client's hair with hairspray.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
hair spray n (hairstyling lacquer)λακ ουσ θηλ
Σχόλιο: ξενικό, άκλιτο
 If you wear too much hair spray your hair will feel hard and crunchy.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'hairspray' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση hairspray στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «hairspray».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!