foreigner

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈfɒrɪr/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈfɔrənɚ, ˈfɑr-/ ,USA pronunciation: respelling(fôrə nər, for-)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
foreigner n (person) (από άλλη χώρα)αλλοδαπός, αλλοδαπή ουσ αρσ, ουσ θηλ
  (από άλλο μέρος ή χώρα)ξένος, ξένη ουσ αρσ, ουσ θηλ
 The town wasn't used to foreigners, so the influx of refugees caused some big problems.
 Η πόλη δεν ήταν συνηθισμένη σε ξένους κι έτσι η ροή των προσφύγων δημιούργησε σοβαρά προβλήματα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'foreigner' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: a foreigner [bar, club, neighborhood], foreigners are (not) welcome, have been here [five] years and still feel like a foreigner, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση foreigner στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «foreigner».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!