enhancer

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ɪnˈhɑːnsər/US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(en hansər, -hän-)

  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
enhancer,
-enhancer
n
([sth] that enhances)ενισχυτής ουσ αρσ
  βελτιωτής ουσ αρσ
  που ενισχύει περίφρ
  (στήθος)που ανασηκώνει, που μεγαλώνει περίφρ
Σχόλιο: Used in combination
 The construction of this bra makes it a wonderful bust-enhancer.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'enhancer' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση enhancer στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «enhancer».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!