elementary

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˌɛlɪˈmɛntəri/

US:USA pronunciation: IPAUSA pronunciation: IPA/ˌɛləˈmɛntəri/

US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(el′ə mentə rē, -trē)


  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
elementary adj (basic)βασικός, στοιχειώδης επίθ
 Many people never get beyond the elementary rules of grammar.
 Πολύς κόσμος ποτέ δε φτάνει πέρα από τους βασικούς κανόνες της γραμματικής.
elementary adj (easy, simple)απλός επίθ
  βασικός, στοιχειώδης επίθ
 The first chapters are elementary and meant to encourage beginners.
 Τα πρώτα κεφάλαια είναι απλά και έχουν σκοπό να ενθαρρύνουν τους αρχάριους.
elementary adj US (school: relating to primary education)δημοτικός ουσ ουδ
 They've decided to send their children to a private elementary school.
 Αποφάσισαν να στείλουν τα παιδιά τους σε ένα ιδιωτικό δημοτικό σχολείο.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
elementary school n US (primary school)δημοτικό σχολείο επίθ + ουσ ουδ
  δημοτικό επίθ ως ουσ ουδ
 Children usually start elementary school at five or six years old.
 My wife taught elementary school.
 Τα παιδιά ξεκινούν συνήθως το δημοτικό σχολείο στην ηλικία των πέντε ή έξι ετών.
elementary school teacher n US (educator in primary school)δάσκαλος, δασκάλα ουσ αρσ, ουσ θηλ
  δάσκαλος δημοτικού, δασκάλα δημοτικού φρ ως ουσ αρσ, φφρ ως ουσ θηλ
 Ms. Talton is an excellent elementary school teacher.
elementary student n US (primary school pupil)μαθητής δημοτικού, μαθήτρια δημοτικού φρ ως ουσ αρσ, φρ ως ουσ θηλ
primary education (UK),
elementary education (US)
n
(junior, elementary schooling)βασική εκπαίδευση επίθ + ουσ θηλ
  πρωτοβάθμια εκπαίδευση επίθ +ουσ θηλ
primary education,
elementary education
n
US (first few years of schooling)βασική εκπαίδευση επίθ + ουσ θηλ
  πρωτοβάθμια εκπαίδευση επίθ +ουσ θηλ
 In the US, most kids learn how to read and do arithmetic in their primary education.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'elementary' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: go to elementary school, which elementary school do you go to?, [change, switch] elementary schools, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση elementary στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «elementary».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!