discredit

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/dɪsˈkrɛdɪt/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/dɪsˈkrɛdɪt/ ,USA pronunciation: respelling(dis kredit)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
discredit [sb] vtr (damage reputation)δυσφημώ ρ μ
  κηλιδώνεται το όνομα κπ έκφρ
 The last mayor was discredited in a financial scandal.
discredit [sth] vtr (prove untrue) (μεταφορικά)καταρρίπτω ρ μ
  αποδεικνύω ότι κτ δεν ισχύει έκφρ
  αποδεικνύω ότι κτ είναι λάθος έκφρ
 I can discredit every one of their statements with evidence.
discredit n (distrust)καχυποψία ουσ θηλ
  έλλειψη αξιοπιστίας, απώλεια αξιοπιστίας περίφρ
 Widespread corruption brought his government into discredit with the people.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
discredit n (damage to reputation)ζημιά στην υπόληψη, καταστροφή στην υπόληψη ουσ θηλ
  (μεταφορικά)σε βάρος της υπόληψης έκφρ
 It is to his discredit that he didn't speak up when he first learned of the problem.
 Είναι σε βάρος της υπόληψής του που δε μίλησε ανοιχτά από την πρώτη στιγμή που έμαθε για το πρόβλημα.
discredit n (cause of disgrace) (καθομιλουμένη, μειωτικό)ντροπή ουσ θηλ
  δυσφήμιση, δυσφήμηση ουσ θηλ
 The politician accused her opponent of being a discredit to the nation.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
discredit yourself vtr + refl (lose trust of others)χάνω φερεγγυότητα έκφρ
  δυσφημίζομαι, ντροπιάζομαι ρ αμ
 Politicians often discredit themselves by accepting bribes.
 Οι πολιτικοί πολύ συχνά χάνουν τη φερεγγυότητά τους όταν αποδέχονται δωροδοκίες.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'discredit' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση discredit στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «discredit».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!