centrist

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈsɛntrɪst/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈsɛntrɪst/ ,USA pronunciation: respelling(sentrist)

  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
centrist n (person: political moderate)κεντρώος επίθ ως ουσ
 He gave up his party affiliation and ran as a centrist.
 Παραιτήθηκε από το κόμμα και έβαλε υποψηφιότητα ως κεντρώος.
centrist adj (with moderate political views)κεντρώος επίθ
  που απηχεί την ιδεολογία του Κέντρου περίφρ
Σχόλιο: Στην περίπτωση χρήσης της λέξης «κέντρο» για την έκφραση συγκεκριμένης πολιτικής ιδεολογίας, επιλέγεται είτε η γραφή με κεφαλαίο «κάππα» είτε με μικρό.
 The party claimed she had become too centrist and stopped supporting her.
 Το κόμμα ισχυρίστηκε ότι οι θέσεις της απηχούσαν πολύ έντονα την κεντρώα ιδεολογία και σταμάτησε να την υποστηρίζει.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση centrist στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «centrist».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!