WordReference English-Greek Dictionary © 2025:
Κύριες μεταφράσεις |
by the time adv | (at some point before) | μέχρι την στιγμή, ως την ώρα έκφρ |
| | ώσπου να, μέχρι να έκφρ |
| You better have your chores done by the time I get home or you're in big trouble. |
| The traffic was so bad that by the time I got to the office I was 20 minutes late. |
| Το καλό που σου θέλω να έχεις τελειώσει τις δουλειές σου μέχρι την ώρα που θα έρθω σπίτι, αλλιώς θα βρεις τον μπελά σου. |
| Είχε τόσο μποτιλιάρισμα που μέχρι να φτάσω στο γραφείο είχα ήδη αργήσει 20 λεπτά. |