WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
back into [sth] vi + prep (enter by reversing)μπαίνω με όπισθεν, μπαίνω με την όπισθεν περίφρ
 Jeff looked into the rear-view mirror as he backed into the parking space.
 Ο Τζεφ κοίταζε τον καθρέφτη καθώς έμπαινε με την όπισθεν στη θέση στάθμευσης.
back [sth] into [sth] vtr + prep (vehicle: reverse into)βάζω κτ με την όπισθεν σε κτ περίφρ
 My wife always has trouble backing the car into the driveway.
back into [sth/sb] vi + prep (hit by reversing)χτυπώ κτ/κπ κάνοντας όπισθεν περίφρ
  πέφτω πάνω σε κπ/κτ με την όπισθεν περίφρ
 He wasn't paying attention and backed into the bollard.
 Δεν πρόσεχε και χτύπησε τη δέστρα κάνοντας όπισθεν.
back [sth] into [sth/sb] vtr + prep (vehicle: hit while reversing)χτυπώ κτ σε κτ/κπ κάνοντας όπισθεν περίφρ
  πέφτω με την όπισθεν πάνω σε κπ/κτ με κτ περίφρ
 Matt accidentally backed his car into a lamppost.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
ΑγγλικάΕλληνικά
feed back into [sth],
feed back to [sth]
vi phrasal + prep
(affect in turn)επηρεάζω ρ μ
  έχω αντίκτυπο σε κτ περίφρ
  επηρεάζω με τη σειρά μου περίφρ
 The results of the student survey feed back into future teaching practices.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
plow [sth] back into [sth] (US),
plough [sth] back into [sth] (UK)
v expr
(reinvest money into [sth])επανεπενδύω κτ σε κτ ρ μ + πρόθ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'back into' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση back into στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «back into».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!