• WordReference
  • Definition
Ο όρος 'Ld' παραπέμπει στον όρο 'Ltd'. Θα τον βρείτε σε μία ή περισσότερες από τις παρακάτω γραμμές.'Ld' is cross-referenced with 'Ltd'. It is in one or more of the lines below.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
Ltd,
Ltd.,
Ld.
adj
written, abbreviation (company: Limited) (συντομ.)ΕΠΕ ουσ θηλ άκλ
  εταιρεία περιορισμένης ευθύνης φρ ως ουσ θηλ
 My father's law firm is called Rogers and Rogers, Ltd.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
Limited adj (company: Ltd) (συντομογραφία)Ε.Π.Ε. ουσ θηλ άκλ
  (κατά λέξη: εταιρεία)περιορισμένης ευθύνης φρ ως επίθ
 Paul started his company, Paul's Calls Limited, to try to profit from his ability to do great bird calls.
 Ο Πωλ ξεκίνησε την εταιρεία του, τα Κελαϊδίσματα του Πωλ Ε.Π.Ε., για να κερδίσει από την ικανότητά του να κάνει υπέροχα κελαϊδίσματα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση Ld στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «Ld».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!