step up



  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
step [sth] up,
step up [sth]
vtr phrasal sep
(increase)αυξάνω ρ μ
 As demand grew for its environmentally friendly products, the business had to step up production.
 I had to step up my training regime as the day of the race approached.
 Καθώς ανέβηκε η ζήτηση για τα προϊόντα που είναι φιλικά στο περιβάλλον, η εταιρεία έπρεπε να αυξήσει την παραγωγή. //Χρειάστηκε να αυξήσω την προπόνησή μου όσο πλησίαζε η μέρα του αγώνα.
step up vi phrasal (present yourself, volunteer)προσφέρομαι ρ αμ
 The chairman asked for a volunteer and Andrew stepped up.
 Ο πρόεδρος ζήτησε έναν εθελοντή και προσφέρθηκε ο Άντριου.
step up n (increase in status) (μεταφορικά)ανοδικό βήμα επίθ + ουσ ουδ
  σημαντικό βήμα επίθ + ουσ ουδ
 That promotion was really a step-up for you.
 Αυτή η προαγωγή ήταν έλα πραγματικά σημαντικό βήμα για εσένα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
step up the pace v expr (increase speed)ανεβάζω ταχύτητα, αυξάνω ταχύτητα, ανεβάζω ρυθμούς, αυξάνω το ρυθμό περίφρ
  επιταχύνω ρ αμ
  (μτφ, καθομιλουμένη)ανεβάζω στροφές έκφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση step up στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «step up».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!