• WordReference
  • Definition
Σε αυτή τη σελίδα: singalong, sing along

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
singalong,
sing-along
n
(group singing session) (σε εκδηλώσεις, γιορτές κλπ.)ομαδικό τραγούδι
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
sing along vi phrasal (accompany vocally)τραγουδώ μαζί με κάποιον άλλο, συνοδεύω τραγουδώντας ρ μ
Σχόλιο: A hyphen or single-word form is used when the term is a noun
Σχόλιο: δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία
sing along with [sth/sb] vi phrasal + prep (accompany [sth/sb] vocally)τραγουδώ μαζί με κτ/κπ έκφρ
  (άλλον που τραγουδάει)συνοδεύω ρ μ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'singalong' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση singalong στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «singalong».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!