WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
peacekeeping,
also UK: peace-keeping
n
(prevention of war)διατήρηση της ειρήνης φρ ως ουσ θηλ
 The United Nations' efforts toward peacekeeping were appreciated by the civilians.
 Οι πολίτες εκτίμησαν τις προσπάθειες του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τη διατήρηση της ειρήνης.
peacekeeping,
also UK: peace-keeping
adj
(for preventing war)ειρηνευτικός επίθ
 Peacekeeping forces moved into the war-torn area.
 Οι ειρηνευτικές δυνάμεις κατευθύνθηκαν στην εμπόλεμη περιοχή.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'peacekeeping' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση peacekeeping στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «peacekeeping».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!