WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
outlier n (detached person or thing)απομακρυσμένος επίθ
  (όχι άτομο)έκτοπος επίθ
  (άτομο)αποκομμένος επίθ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία.
 The hurricane will miss the mainland and only hit some of the archipelago's outliers.
outlier n (differing person or thing)διαφορετικός επίθ
  εκκεντρικός επίθ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία.
 The painting is a bit of an outlier, but a masterpiece nonetheless.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
outlier n (geology: rock formation) (γεωλογία)τεκτονικός σκόπελος επίθ + ουσ αρσ
 Outliers are generally formed due to erosion.
outlier n (statistics: data point) (στατιστική)έκτοπη τιμή, έκτροπη τιμή επίθ + ουσ θηλ
  έκτοπο επίθ ως ουσ
 The analyst calculated the average before and after removing the outliers.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση outlier στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «outlier».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!