• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
good shit n vulgar, offensive, informal (drug that is unadulterated) (αργκό)καλό πράμα, πρώτο πράμα επίθ + ουσ ουδ
 That marijuana is some good shit.
the good shit n vulgar, offensive, informal ([sth] of top quality) (αργκό, πιθανώς προσβλητικό)γαμάτος επίθ
  (αργκό, μεταφορικά)τα σπάει έκφρ
  (αργκό, μεταφορικά)κορυφή ουσ ως επίθ
  (αργκό)καλό πράμα, πρώτο πράμα επίθ + ουσ ουδ
 Taste this bourbon. This is the good shit, man.
 Δοκίμασε αυτό το μπέρμπον. Είναι γαμάτο, μεγάλε.
 Δοκίμασε αυτό το μπέρμπον. Τα σπάει, μεγάλε.
 Δοκίμασε αυτό το μπέρμπον. Είναι κορυφή, μεγάλε.
 Δοκίμασε αυτό το μπέρμπον. Είναι πρώτο πράμα, μεγάλε.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση good shit στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «good shit».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!