• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: diminishing, diminish

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
diminishing adj (becoming smaller or fewer)που ελαττώνεται περίφρ
  (καθομιλουμένη)που λιγοστεύει, που μειώνεται περίφρ
  (μεταφορικά)που τελειώνει περίφρ
  (αριθμός)που βαίνει μειούμενος περίφρ
 The diminishing supplies would only last us another week.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
diminish vi (decrease)ελαττώνομαι, μειώνομαι ρ αμ
  λιγοστεύω ρ αμ
  (μεταφορικά, καθομ)πέφτω ρ αμ
  (μτφ: αέρας, βροχή κλπ)κόβω, κοπάζω ρ αμ
 The wind diminished and the sea grew calm.
 Ο αέρας έπεσε και η θάλασσα γαλήνεψε.
 Ο αέρας κόπασε και η θάλασσα γαλήνεψε.
diminish [sth] vtr (lessen, make smaller)ελαττώνω, μειώνω ρ μ
  λιγοστεύω ρ μ
  (μεταφορικά: σχέση)σβήνω ρ μ
  χαλάω ρ μ
 Time will not diminish our friendship.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Όσα χρόνια και αν περάσουν η αγάπη μου για σένα δεν θα μειωθεί.
 Ο χρόνος δεν θα σβήσει τη φιλία μας.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
diminish [sb/sth] vtr (belittle)μειώνω ρ μ
  υποτιμώ, υποβαθμίζω ρ μ
 Don't diminish his efforts; he's doing his best.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
diminishing | diminish
ΑγγλικάΕλληνικά
diminishing returns,
diminishing marginal returns
npl
(econ: output decrease)φθίνουσες αποδόσεις επίθ + ουσ θηλ πλ
diminishing returns,
law of diminishing returns
npl
figurative (fewer benefits for more effort)νόμος φθινουσών αποδόσεων φρ ως ουσ αρσ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'diminishing' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση diminishing στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «diminishing».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!