culinary

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈkʌlɪnəri/

US:USA pronunciation: IPAUSA pronunciation: IPA/ˈkjuləˌnɛri, ˈkʌlə-/

US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(kyo̅o̅lə ner′ē, kulə-)


  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
culinary adj (relating to cookery)μαγειρικός επίθ
  γαστρονομικός επίθ
 Your culinary skills have improved since you were last here!
 Οι μαγειρικές σου ικανότητες έχουν βελτιωθεί από την τελευταία φορά που ήσουν εδώ.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
the culinary arts npl (cookery skills)η μαγειρική τέχνη φρ ως ουσ ουδ
  η τέχνη της μαγειρικής φρ ως ουσ ουδ
 Simon's skill in the culinary arts was limited to boiling an egg.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'culinary' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση culinary στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «culinary».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!