Σε αυτή τη σελίδα: chain smoking, chain-smoke

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
chain smoking n (lighting cigarette with previous)μανιώδες κάπνισμα επίθ + ουσ ουδ
  το να ανάβω το ένα τσιγάρο μετά το άλλο περίφρ
Σχόλιο: A hyphen is used when the term is an adjective
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία.
chain smoking n figurative (smoking heavily)μανιώδες κάπνισμα επίθ + ουσ ουδ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία.
 The first step to improve your cardiac health, Mr. Johnson, is to cut out the chain smoking.
 Το πρώτο βήμα για να βελτιώσετε την υγεία της καρδιάς σας, κ. Τζόνσον, είναι να κόψετε το μανιώδες κάπνισμα.
chain-smoking adj (lights cigarette with previous)που καπνίζει μανιωδώς έκφρ
chain-smoking adj figurative (smokes heavily)που καπνίζει μανιωδώς έκφρ
 He was a typical fast-talking, chain-smoking, streetwise hustler.
 Ήταν ένας τυπικός περπατημένος καταφερτζής που μιλούσε γρήγορα και κάπνιζε μανιωδώς.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
chain-smoke vi (light cigarette with previous)καπνίζω το ένα μετά το άλλο περίφρ
  καπνίζω μανιωδώς, καπνίζω ασταμάτητα ρ αμ + επίρ
chain-smoke [sth] vtr (light with previous)καπνίζω το ένα μετά το άλλο περίφρ
  (για αριθμό)καπνίζω ... τσιγάρα στη σειρά περίφρ
 She chain-smoked three cigarettes as she waited anxiously outside.
chain-smoke vi figurative (smoke heavily)καπνίζω μανιωδώς ρ αμ + επίρ
  είμαι μανιώδης καπνιστής περίφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση chain smoking στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «chain smoking».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!