bouillon

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈbuːjɒn/

US:USA pronunciation: IPAUSA pronunciation: IPA/ˈbʊljɑn, ˈbu-/

US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(bŏŏlyon, -yən; Fr. bo̅o̅ yôn)


  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
bouillon n (meat broth) (μαγειρική)ζωμός κρέατος φρ ως ουσ αρσ
  (ζαργκόν: μαγειρική)μπουγιόν ουσ ουδ ακλ
 Bouillon is the base for a whole host of soups and sauces.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
beef bouillon,
also UK: beef tea
n
(thin soup made by boiling beef)ζωμός από μοσχαράκι περίφρ
 Beef bouillon is the base for lots of soup recipes.
bouillon cube n (meat or vegetable stock)κύβος λαχανικών φρ ως ουσ αρσ
  κύβος κρέατος φρ ως ουσ αρσ
Σχόλιο: Εναλλακτικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί οποιοδήποτε είδος κρέατος, πχ κύβος κοτόπουλο, κύβος βοδινού κλπ.
 As a substitute for chicken broth, dissolve chicken bouillon cubes in boiling water.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'bouillon' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση bouillon στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «bouillon».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!