WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
a little more n (a small additional quantity)λίγο παραπάνω, λίγο ακόμη, λίγο ακόμα περίφρ
 I already added salt to the potatoes, but I think they could use a little more.
a little more adj (slightly more)λίγο ακόμη, λίγο ακόμα περίφρ
 May I have a little more tea, please?
a little more adv (for a short while longer)για λίγο ακόμη, για λίγο ακόμα περίφρ
  λίγο ακόμη, λίγο ακόμα περίφρ
 The girl asked her mother if she could continue playing outside a little more.
a little more adv (slightly more often)λίγο πιο συχνά περίφρ
 You need to exercise a little more if you want to get fit.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'a little more' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση a little more στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «a little more».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!