• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
a few bob n UK, slang, dated (money: small sum) (καθομ: χρήματα)λίγα ψιλά, κάτι ψιλά επίθ + ουσ ουδ πλ
 I gave a few bob to the kid next door; he helped me wash the car.
a few bob n UK, slang (money: quite a lot)αρκετά χρήματα επίθ + ουσ ουδ πλ
  πολλά χρήματα επίθ + ουσ ουδ πλ
 That couple have a big house and a nice car; they must be worth a few bob.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση a few bob στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «a few bob».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!